13/6/15

Μπλέ κουβέρτα.




Πόσες αλήθειες έχεις άραγε;
Πόσα παλτό τους φοράς;
Πού τις κλειδώνεις;
Λέξη λέξη τις διάβασα…
κι ήπια τα βάρβαρα αδιέξοδά σου
έφαγα τα άδοξα θέλω σου
σκόνταψα πάνω στα άδεια σου μάτια
σκάλωσα στα αισθήματα που έθαψες
και δεν ήταν για μένα
μίσησα τις νύχτες που ξαγρύπνησες
και δεν ήταν για μένα.

Σαν σβούρα σε μυαλό κουβάρι να γυρνάς
μες στο δικό μου μυαλό σε είδα
κι έμεινα να γαντζώνομαι σ’ αντωνυμίες κτητικότητας
μερόνυχτα γκρίζα
να ψάχνω εξάρτηση
να δηλώνω κατάχρηση.

Δεν έχω και δε θα 'χω…
εκείνο το άλλο σου που έδωσες αλλού.
Δεν έχω και δε θα 'χω
εκείνο το υπέροχο σου που έταξες αλλού.
Δε ζω και δε θα ζήσω
εκείνο τ’ άξαφνο σου που ρίχνει φως μες στο σκοτάδι.

Κι είναι κι εκείνα τα τσιγάρα
δύο στο κουτί τους
καρκίνωμα απ' το παρελθόν
με την σκόνη από πάνω σαν αντάρα.
Κι είναι κι εκείνα τα ενθύμια
που κράτησες εκεί
που δεν τα θέλω πίσω
κι έχουν αρχίσει να σκουριάζουν.

Μην έρθεις...
άσε να σκίζω όνειρα
να σκίζω σάρκες από βιαστικά φιλιά
στο δεξί μαξιλάρι
πλάι στην ψυχή μου
πάνω από την μπλε κουβέρτα.

Ε.Σ. (Από τις "40 Δαγκωμένες Αλήθειες")


5/6/15

Τσακίσματα.



Στροφές γυρίζεις
κι εγώ στην ευθεία μόνη
Στροφές γύρω από το άπιαστο εγώ
κι εσύ σε δρόμο μακρύ της αλήθειας
Δε θες να συναντήσεις τις βουλές μου
δε θες να με κοιμίσεις στις χαρές σου.

Πώς να πετώ δεν ξέρω στη ζωή σου
ψηλά πηγαίνω μα δεν φτάνω
Τα μάτια κλείνω και τσακίζομαι
εκεί στου ήλιου σου τις λάμψεις
Σκοντάφτω πάντα πριν το σύννεφο
κι είναι η φωνή σου μια αστραπή
Ποτέ δεν βλέπω το κορμί σου
κρυμμένο πάντα πίσω απ’ τις λέξεις.

Κι εγώ πεθαίνω να σε δω
δίνω το αίμα μου να σε μυρίσω
Κι εσύ στ’ ανώδυνα πετάγματα σου
χρώματα ψάχνεις σε γωνιές ξένες.

Κι είναι η γωνιά μου που σε θέλει γνώριμη
είναι η ορμή μου που ανοίγει πύλες κλειδωμένες
Είμαι ολόκληρη εγώ που αναδύομαι για σένανέ
μα πουθενά δεν βρίσκω μέλι από τα φιλιά σου
Ούτε μια στάλα φλόγα απ’ τα χέρια σου
ούτε ένα λίγο από το χάδι της ψυχής σου.

Ε.Σ. (Από τις "40 Δαγκωμένες Αλήθειες")